Στερνό αντίο στην Ιωάννα Χατζηνικολή

07/06/2013

Με μεγάλη λύπη έμαθα ότι σήμερα πέθανε η αγαπημένη εκδότρια Ιωάννα Χατζηνικολή, στα 83 της χρόνια. Άφησε πίσω της τεράστιο έργο (οι Εκδόσεις Χατζηνικολή έβγαλαν όλα αυτά τα χρόνια εξαιρετικά βιβλία μεγάλων συγγραφέων, όπως Γιουρσενάρ, Μέρντοκ, Πιντσον, Ροθ, κι ένα σωρό άλλους), αλλά και ανθρώπους που θα τη θυμούνται πάντοτε με αγάπη. Θέλω να πω λοιπόν ένα αντίο σε αυτό τον υπέροχο άνθρωπο, και να της εκφράσω την αιώνια ευγνωμοσύνη μου.

Την ευχαριστώ γιατί οι εκδοτικές της επιλογές είχαν πάντοτε ποιοτικά, και όχι εμπορικά, κριτήρια.

Την ευχαριστώ γιατί αποφάσισε να εκδώσει όλα τα βιβλία του Τόμας Πίντσον, σε μια εποχή που ελάχιστοι ενδιαφέρονταν γι’ αυτόν.

Την ευχαριστώ γιατί, όταν πήγα (ένα ντροπαλό μα αλαζονικό και θρασύτατο κωλόπαιδο) στο παλιό της γραφείο στη Σόλωνος να της ζητήσω να μου δώσει να μεταφράσω το Gravity’s Rainbow, αντί να με πετάξει έξω, κάθισε και μου μίλησε, και μετά μου έδωσε να κάνω ένα δοκιμαστικό.

Την ευχαριστώ γιατί έδειχνε απεριόριστη υπομονή όταν αργούσα να παραδώσω τις μεταφράσεις μου (δηλαδή πάντοτε).

Τέλος, την ευχαριστώ γιατί αντιμετώπιζε τα πάντα με ένα υπέροχο, πλατύ, εγκάρδιο χαμόγελο. Όταν αρρώστησε, χαμογελούσε. Όταν δεν πήγαιναν καλά οι δουλειές, χαμογελούσε. Όταν αναγκαζόταν να τα κάνει όλα μόνη της, χαμογελούσε. Όταν έχανε τα δικαιώματα από συγγραφείς που αγαπούσε, χαμογελούσε. Όταν έκλεινε το βιβλιοπωλείο και τις εκδόσεις υπό το βάρος της κρίσης, χαμογελούσε. Όλα να πήγαιναν στραβά, εκείνη χαμογελούσε, και χαμογελούσε όχι από τρέλα, αλλά έχοντας πλήρη επίγνωση της κατάστασης. Ήξερε, όμως, ότι χωρίς χαμόγελο δεν γίνεται τίποτε, ούτε στη ζωή, ούτε στην εργασία.

Θα τη θυμάμαι πάντοτε με απέραντη αγάπη.


Για τον τίτλο «Inherent Vice»

30/08/2010

Ενδογενής ατέλεια.

Έτσι μεταφράζει επισήμως η Ευρωπαϊκή Ένωση τον εμπορικό όρο «inherent vice», ο οποίος αναφέρεται σε ασφάλιση εμπορευμάτων, και συγκεκριμένα σε εμπορεύματα τα οποία, λόγω της φύσης τους, χαλάνε ή καταστρέφονται εύκολα κατά τη μεταφορά τους (ένα παράδειγμα είναι τα αυγά).

Ο δαιμόνιος Πίντσον, βέβαια, δεν θα μπορούσε να μείνει ικανοποιημένος από έναν μονοσήμαντο τίτλο, και μάλιστα με μια τόσο πεζή σημασία. Έτσι, η ατέλεια (ή αλλιώς το ελάττωμα, η αδυναμία), μεταφέρεται στο πεδίο της αμερικανικής κουλτούρας στα τέλη της δεκαετίας του 1960 (η πλοκή εκτυλίσσεται στην Καλιφόρνια του 1970). Είναι φανερό μέσα από τα βιβλία του ότι ο Πίντσον θεωρεί πως ο δυτικός πολιτισμός είχε πολλές ευκαιρίες στην πορεία του να μετεξελιχθεί σε κάτι διαφορετικό, αλλά για διάφορους λόγους (που κυρίως έχουν να κάνουν με την εμμονή των ανθρώπων στο να δημιουργούν συστήματα εξουσίας), ό,τι καλό πάει να γίνει καταστρέφεται πάντοτε εν τη γενέσει.

Το 1970, λοιπόν, είναι ίσως η αρχή του τέλους για το όνειρο της δεκαετίας του ’60, καθώς αρχίζουν ήδη να φαίνονται τα εγγενή ελαττώματα του Αμερικανικού Ονείρου, του δυτικού πολιτισμού, αλλά και του ανθρώπινου είδους γενικότερα, που τελικά εμποδίζουν την αλματώδη πορεία προς τα εμπρός που μοιάζει, κατά καιρούς, πιθανή, αλλά που ποτέ τελικά δεν υλοποιείται.

Προς το παρόν, αυτή η οπτική μοιάζει απαισιόδοξη, αλλά ίσως στο τέλος το βιβλίο να δείξει ένα άλλο πρόσωπο. Οφείλω να επισημάνω, πάντως, ότι η αισιοδοξία που υπάρχει στο τέλος του Ενάντια στη Μέρα υπονομεύεται στα μάτια μου από το γεγονός ότι αυτή λαμβάνει χώρα στο πεδίο του φανταστικού.

Πώς θα το ονομάσουμε, λοιπόν, το βιβλίο; Οι επιλογές, δυστυχώς, είναι πολλές, και νομίζω πως το τελικό κριτήριο θα είναι μάλλον αισθητικό. Να βάλουμε «εγγενής», «ενδογενής», ή «έμφυτος»; Και «αδυναμία», «ελάττωμα», ή «ατέλεια»;

Δεν έχω καταλήξει ακόμη, αλλά προς το παρόν μου αρέσει ο συνδυασμός «έμφυτο ελάττωμα».


Ταξίδι στο μυαλό του Π.

20/03/2010

Μόλις είδα το ντοκιμαντέρ των Fosco και Donatello Dubini για τον Πίντσον με τίτλο «A Journey into the mind of p.», το οποίο μπορείτε να προμηθευτείτε από το Άμαζον ή να κατεβάσετε με τους συνήθεις τρόπους, μια και η ταινία δεν είναι πάντοτε διαθέσιμη προς πώληση. Είναι μια απόπειρα ανίχνευσης ενός συγγραφέα που επέλεξε να κόψει κάθε επαφή με τους δημοσιογράφους και να μείνει αφανής, παρότι διάσημος· η κριτική της ταινίας από το iofilm εύστοχα αναφέρει ότι θα μπορούσε να έχει ως τίτλο «αναζητώντας» ή «κυνηγώντας τον Π.», καθώς προσπαθεί να παρουσιάσει τα ελάχιστα γνωστά ψήγματα μιας ζωής που εκ των πραγμάτων ενδιαφέρει πολλούς ανθρώπους, είτε από καθαρή περιέργεια είτε από υπερβάλλουσα φιλολογική διάθεση.

Η ταινία είναι ενδιαφέρουσα (αν είσαι Πιντσονόφιλος), αλλά βέβαια δεν προσθέτει τίποτε στην άγρια απόλαυση της ανάγνωσης, ούτε και βοηθάει καθόλου στην κατάδυση μέσα στο αχανές και πολυποίκιλο σύμπαν του έργου του Πίντσον. Στα υπέρ της όμως είναι και η υπέροχη μουσική επένδυση από τους Residents, οι οποίοι, παρεμπιπτόντως, έχουν επίσης φροντίσει, όλα αυτά τα χρόνια, να κρύβουν τα πρόσωπά τους.

Πάντως, μου έκανε αρνητική εντύπωση η εμμονή κάποιων σε συνωμοσιολογικές ερμηνείες: κατά τη γνώμη μου, όσοι υπερτονίζουν τη συνωμοσιολογική πλευρά της πλοκής των μυθιστορημάτων του Πίντσον χάνουν μεγάλο μέρος της ευρύτερης εικόνας.

Αλλά αυτό είναι μια ακόμη απόδειξη ότι στα σημαντικά βιβλία ο κάθε αναγνώστης διαβάζει τον εαυτό του.