Έτσι τιτλοφορείται η πρόσφατη κριτική του συγγραφέα Ντέιλ Πεκ για το Ενάντια στη Μέρα. Ο Πεκ ξεκινά με μια συνοπτική αποτίμηση των παλιότερων έργων του Πίντσον, με την οποία διαφωνώ, καθώς θεωρεί πως είναι δυσανάγνωστα και πως η αποδοχή τους από τους κριτικούς και το κοινό είναι πολύ πιο ενθουσιώδης απ’ ό,τι δικαιολογούν τα ίδια τα κείμενα. Όλο το έργο του Πίντσον μέχρι και το Μέισον και Ντίξον, λέει, «φανερώνει μια εκπληκτικά αχαλίνωτη φαντασία, μια αδιαμφισβήτητη σπιρτάδα στο λόγο και τα θέματα, και μια συνείδηση η οποία, παρόλο που ο ίδιος ο συγγραφέας την είχε κάποτε χαρακτηρίσει ‘απολιτική’, είναι σταθερά συντονισμένη στην πιο κοινωνικά ενεργή από τις θεμελιώδεις αρετές, τη δικαιοσύνη ― όλα αυτά, όμως, δεν το εμποδίζουν να είναι ταυτόχρονα σκόπιμα δυσνόητο, συναισθηματικά κλειστό, υπερβολικά περίπλοκο και απίστευτα μπανάλ».
Όπως είπα ήδη, διαφωνώ με κάποιες απ’ αυτές τις εκτιμήσεις, καθώς θεωρώ ότι τα βιβλία του Πίντσον α) δεν είναι καθόλου δυσνόητα, απλώς ζητούν από τον αναγνώστη να καταβάλει μεγαλύτερη προσπάθεια, η οποία όμως τελικά ανταμείβεται, β) το συναίσθημα δεν απουσιάζει, απλώς εκφράζεται με διαφορετικό και πιο υπόγειο τρόπο (και γι’ αυτό είναι, κατά τη γνώμη μου, πολύ πιο αποτελεσματικό), και γ) δεν βλέπω πώς μπορεί να χαρακτηριστεί μπανάλ μια γραφή που δεν μοιάζει με καμιά άλλη.
Ο Πεκ, όμως, συνεχίζει λέγοντας ότι το Ενάντια στη Μέρα υπερβαίνει αυτά τα (κατ’ αυτόν) κουσούρια του παρελθόντος, και αποτελεί «ένα αφήγημα που συγχωνεύει διάφορα αφηγηματικά είδη ― αγορίστικες περιπέτειες, επιστημονική φαντασία, γουέστερν ― σε έναν ισορροπημένο, σφιχτό, συναρπαστικό, και συχνά συγκινητικό διάλογο με […] την ιστορία». Λέει επίσης ότι δεν περίμενε ποτέ πως θα υπήρχε συγγραφέας που θα κατόρθωνε να πραγματοποιήσει αυτή την προσέγγιση στη γραφή. «Κι όμως, κάθε γεμάτη σελίδα διαθέτει το μεγαλείο του Σινικού Τείχους[…]».
Ακόμη πιο εύστοχη είναι η παρατήρηση του Πεκ ότι το Ενάντια στη Μέρα, περισσότερο από τα άλλα βιβλία του Πίντσον, χρησιμοποιεί τον πραγματικό κόσμο σαν φακό, και από μέσα του παρατηρεί την άφατη ανθρώπινη κατάσταση. Αυτή ήταν, πιστεύω, η τεχνική του Πίντσον εξαρχής, και αυτός ο σκοπός του: να μιλήσει για την ανθρώπινη εμπειρία, ιδίως του καθημερινού ανθρώπου που βιώνει την εξουσία σαν κάτι ξένο και ενίοτε εχθρικό. Γι’ αυτό και είναι τόσο σημαντική στο έργο του η μίξη του πραγματικού με το φανταστικό: για να μπορέσει σε σημεία να περιγράψει «τον κόσμο όπως θα μπορούσε να είναι»:
Έχουμε έρθει εδώ, ανάμεσά σας, αναζητώντας καταφύγιο από το παρόν μας ‒το μέλλον σας‒, μια εποχή παγκόσμιου λιμού, εξαντλημένων αποθεμάτων καυσίμων, έσχατης ένδειας ‒ το τέλος του καπιταλιστικού πειράματος. Μόλις συνειδητοποιήσαμε την απλή θερμοδυναμική αλήθεια ότι οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της Γης ήταν περιορισμένες και επρόκειτο να εξαντληθούν, ολόκληρη η καπιταλιστική ψευδαίσθηση διαλύθηκε. Εμείς που μιλήσαμε ανοιχτά γι’ αυτή την αλήθεια κατηγορηθήκαμε σαν αιρετικοί, εχθροί του κυρίαρχου οικονομικού δόγματος. Όπως οι θρησκευτικοί διαφωνούντες μιας παλιότερης εποχής, αναγκαστήκαμε να μεταναστεύσουμε, με μόνη επιλογή να διασχίσουμε εκείνο τον σκοτεινό Ατλαντικό της τέταρτης διάστασης, που είναι γνωστή ως Χρόνος.
Πάνω στις 3 βασικές σου ενστάσεις στην κριτική του Πεκ: α)εδώ μου φαίνεται ότι συμφωνείτε και συμφωνώ κι εγώ, είναι δύσκολα βιβλία. Έχεις δίκιο όμως, η ανταμοιβή είναι μεγάλη. β) και γ) συμφωνώ μαζί σου απόλυτα.
Πάνω στο σχόλιό σου για το σκοπό του Pynchon: μου φαίνεται ότι πράγματι μιλάει γι αυτό που θα λέγαμε «the human condition». Κατά παράδοξο τρόπο όμως, μια κεντρική ιδέα που φαίνεται να τονίζει είναι η αναπόφευκτα ατελής φύση κάθε προσπάθειας θεωρητικοποίησης της ανθρώπινης κατάστασης. Έτσι μοιάζει να μιλάει γι αυτήν και ταυτόχρονα να ακυρώνει οτιδήποτε έχει να πει κανείς γι αυτήν.
Μαρία
Ακριβώς, Μαρία: την δείχνει· δεν την αναλύει. Όταν σου παρουσιάζει το γεγονός μπροστά στα μάτια σου, ή σου κάνει μια απλή (ίσως και υπόγεια) νύξη για κάτι που ήδη γνωρίζεις, δεν χρειάζεται να σου πει τίποτε παραπάνω. Τα υπόλοιπα τα συμπληρώνεις εσύ αυτόματα, κατά τη διαδικασία της ανάγνωσης. Αρκεί να αφεθείς και να παίξεις το παιχνίδι του, στο οποίο αρκετοί αναγνώστες αντιστέκονται.